Η γραφική αυτή ομάδα κάποια στιγμή εξαφανίστηκε ή ας πούμε καλύτερα πως μεταμορφώθηκε και διανεμίστηκε σε ομάδες με διαφορετικά lifestyles με λιγότερο πεζοδρομιακή επιδεκτικότητα. Πια δεν πετούν τις καρέκλες στα παλκοσένικα των ροκάδων! Αν και δεν είμαι καθόλου σίγουρος…(Αν και κάποιοι μου σφύριξαν πως κάποιοι άλλοι στοιβάζουν τα καφάσια της σαμπάνιας στους βωμούς των σκυλοτράγουδων, με για τους!)
Τώρα τις καρέκλες τις χρησιμοποιούν οι πολιτικοί μας για να ‘καθηλώνονται’ στις ίδιες! Και εννοώ το ρήμα καθηλώνομαι με ΟΛΕΣ του τις σημασίες.
Είναι τόσο μεγάλη η επίδραση της καρέκλας στην φτωχή πολιτική μας που ο μαγνητισμός της ξεπερνά τις ιδεολογίες, τα πιστεύω, τα δόγματα, ακόμα και τους όρκους αίματος. Κι αν πριν αυτές οι πολιτικές καρέκλες ήταν δυσμετακίνητες τώρα έχουν γίνει απαρασάλευτες! Βιδωμένες στο συμφεροντολογικό δάπεδο. Κι ας έρθουν χίλιοι ροκάδες να παίξουν νυχθημερόν χορευτικά soul, funk, blues ή heavy metal! Αν και για να είμαστε πιο ακριβείς θα ‘λεγα πως μάλλον είναι ο πισινός τους -με το συχώριο- βιδωμένος στην καρέκλα κι όχι αυτές στο δάπεδο!
“Αγάπησα μια Πολυθρόνα” είναι μια κινηματογραφική ταινία που παιζόταν ακριβώς εκείνη την εποχή που μεσουρανούσαν οι “καρεκλάδες”. Βουτσάς, Έρρικα Μπρόγιερ, αιώνια παραγωγή Καραγιάννης-Καρατζόπουλος και φορσέ σκηνοθεσία Ντίνος Δημόπουλος. Ο τίτλος εφάρμοζε στο καρεκλάδικο παλιό και νέο σαν το τέλειο ελαστικό λούρεξ με γκλίτερ πινελιές αν και δεν έχει καμιά σχέση με το κείμενο! Ή μήπως στο “βάθος” κάποια έχει; Αν θυμηθείτε το σενάριο κάτι θα βρείτε. Σήμερα, το έργο, αναφερόμενος στους περιστασιακούς και μη πολιτικούς μας θα μπορούσαμε να το αφήσουμε με τον τίτλο του ως έχει ή να το μετονομάζαμε για την αιωνιότητα σε: “Καρέκλα, αγάπη μου”.
Είναι τόση η αγάπη των “πολιτικών” και “παραχαραγμένων” στις καρέκλες τις εξουσίας και κρύβεται πολλές φορές πίσω από ένα εικονικά πατριωτικό και ανιδιοτελές ενδιαφέρον που δεν διστάζουν να αλλάξουν κρέντο και παράταξη αν με αυτό πιστεύουν πως θα τους λάχει η επιθυμητή καρέκλα. Αυτό το ‘ντισκοπολίτικο’ φαινόμενο που παρατηρείται παντού στο τέλος του πρώτου τετάρτου του εικοστού πρώτου αιώνα οδεύει ταχύτατα να ξεπεράσει το απόλυτο φαινόμενο των καρεκλάδων των 70’ς. Και, ω! Έκπληξη! Έχει πάρει μια τεράστια ώθηση στη φτωχή μας Αιτωλοακαρνανία με αποτέλεσμα να μη ξέρει “Κανένας” -πάλι κοντά μας ο Οδυσσέας αναντίρρητα όπως πάντα ως ο μέγας εκφραστής της πανουργιάς και της εργαλειοποίησης-, ποιος είναι με ποιον, αν υπάρχουν δυο δεξιές, πέντε αριστερές, μια αριστεροδεξιά ή πόσες τέλος πάντων δεξιοαριστερές. Το θέμα δεν είναι πού, αλλά αν υπάρχουν θέσεις. Αν μένει καρέκλα ελεύθερη. Αν μένει στασίδι όρθιο! Στο κάτω κάτω, ΟΛΟΙ, είναι μια απ’ τα ίδια, …έτσι σκέπτονται για να δικαιολογηθούνε στον εαυτό τους και το εκφράζουν με το στόμα ανοιχτό.
Μ’ αυτό το δικαιολογητικό έχουν περάσει πρόσφατα κάπου 20 στελέχη του ΠΑΣΟΚ στο Σύριζα, άλλοι πέντε νεοδημοκράτες πήραν τον ίδιο δρόμο, πάνω από δέκα, αντίστροφα, πέταξαν από τους δήθεν σοσιαλιστές και φώλιασαν στη δεξιά… Υπήρξαν και βουλευτές που βγήκαν με δυο και τρία κόμματα διαδοχικά, μέχρι και υπουργιλίκια ΔΙΣ άδραξαν ορισμένοι…
Όλα αυτά για την “Stoiximan Super League” του πολιτικού φάσματος αν και υποψιάζομαι πως αφήνω δεκάδες παραδείγματα δίχως αναφορά και σίγουρα τα γνωρίζετε με ονοματεπώνυμο και βούλα. Μόνο θα αναφέρω σχετικά πως κατά την Ακαδημία, Στοίχημα σημαίνει μεταξύ άλλων, ‘Στόχος που τίθεται με αβέβαιο αποτέλεσμα’… Ο καθένας ας βγάλει συμπεράσματα. Εκείνο όμως που πονάει πιο πολύ είναι που, όπως με πληροφορούν, αυτή η εξελικτική ροπή του: “άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς”, οδεύοντας σταθερά προς την ωχαδερφιστική αφασία του ‘δεν βαριέσαι αδερφέ όλοι το ίδιο είναι και ‘μένα μόνο μ’ ενδιαφέρει η καρέκλα’, έφτασε δριμύτατα και στο νομό μας κι ας παίζει σε ερασιτεχνική πολιτική κατηγορία . Κι αν είναι όντως έτσι πώς θα μπορέσουμε να κατέβουμε στους δρόμους έστω με τη ιδεολογική του σημαία ο καθένας για να ζητήσουμε τα δικαιώματα μας απ’ την Αθηνοκρατία; Πώς θα μπορέσουμε να ζητήσουμε de jure ένα πολιτικό DRAFT ή πώς θα πεισθούμε και θα πείσουμε τους άλλους πως αξίζουμε παραπάνω απ’ ότι μας έχουν καταλογίσει ως τα τώρα που λέγανε οι παλιοί;
Μακάρι αυτή η αυθόρμητη θερινή τριλογία έμπνευση μιας κοινής και φλύαρης πολιτικολογίας να φρεσκάρει τη μνήμη και να ανασύρει απ’ τη λήθη τις εποχές που οι ιδεολογίες του κάθε ενός ήταν σεβαστές και ριζωμένες έστω ένα αισιόδοξο συμπέρασμα. Αν και ορισμένοι όπως μας θύμιζε ο ρομαντικός μας σονετογράφος Λορέντζος Μαβίλης «Θέλουν - μα δε βολεί να λησμονήσουν».
Καλό καλοκαίρι!
ακολουθήστε το aixmi-news.gr στο Facebook για να μαθαίνετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις