Του Δημήτρη Στεργίου
Πώς από 1,7 δις. ευρώ ή 28,6 % του ΑΕΠ το 1980, με αλλεπάλληλες καταρρίψεις προηγούμενων αρνητικών ρεκόρ από «πρωταθλητές» πρωθυπουργούς το χρέος έφθασε στα 335 δις. ευρώ ή 181,1% του ΑΕΠ το 2018
Ένας ακόμα εκλογικός κύκλος, εκείνος του 2019, που θα ολοκληρωθεί στις 7 Ιουλίου, θα είναι μοιραίος για την οικονομία και ιδιαίτερα για το σε αρνητικά επίπεδα ρεκόρ όλων των εποχών χρέος. Οι 13 έως τώρα αυτοί εκλογικοί κύκλοι με τις 13 μικρές ή τεράστιες «προικοδοτήσεις» οδήγησαν το χρέος από 28,6% του ΑΕΠ και μηδέν σχεδόν το 1980 σε απόλυτους αριθμούς, στο σημερινό (2018) ιλιγγιώδες και με αρνητικό ρεκόρ όλων των εποχών επίπεδο των 335 δις. ευρώ ή 181,1%. Οι εκλογικοί κύκλοι που εξελίχθηκαν σε «μπουρλότο» του χρέους είναι: του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος το … δεκαπλασίασε στην αρχή σε απόλυτους αριθμούς και το διπλασίασε ως ποσοστό του ΑΕΠ, του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος το διπλασίασε σχεδόν σε απόλυτους αριθμούς και ως ποσοστό του ΑΕΠ , του Κώστα Σημίτη, ο οποίος το διπλασίασε σχεδόν σε απόλυτους αριθμούς, του Κώστα Καραμανλή, ο οποίος κατέρριψε όλα τα προηγούμενα ρεκόρ σε αύξηση σε δις. ευρώ, του Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος από το «μη βιώσιμο» 299,8 δις. ευρώ το πήγε στα 355,7 δις. ευρώ (ρεκόρ όλων των εποχών), του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος, χωρίς το «κούρεμα» των 51 δις. ευρώ θα το αύξανε κατά 52 δις. ευρώ, και του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος κατέρριψε όλα τα προηγούμενα αρνητικά ρεκόρ του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Και καθώς το τρέχον εκλογικό έτος είναι άγνωστο πού θα το οδηγήσει απολογιστικά με τις γνωστές προεκλογικές παροχές και γνωστά νέα «βερεσέδια», η έρευνα θεωρεί ως εκλογικό έτος το 2018.
Πέντε κυρίως είναι οι εκλογικοί κύκλοι που προικοδότησαν με τα περισσότερα δις. ευρώ ή τις περισσότερες ποσοστιαίες μονάδες το χρέος. Είναι ο εκλογικός του κύκλος του 1989 και 1990 του «Τσοβόλα δώστ΄ όλα» και των κυβερνήσεων Τζαννετάκη και Ζολώτα, του Κώστα Σημίτη του 2000 και του 2004 και του Κώστα Καραμανλή του 2007 και του 2009 και, φυσικά, των Γιώργου παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά και Αλέξη Τσίπρα. Συγκεκριμένα:
-Οι εκλογικοί κύκλοι του Ανδρέα Παπανδρέου: Ο Ανδρέας Παπανδρέου παρέλαβε το 1981 ένα χρέος που βρισκόταν στα 2,5 δις. ευρώ ή 34,% του ΑΕΠ και το 1985 το αύξησε στα 9 δις. ευρώ ή στο 54,7% του ΑΕΠ και το κρίσιμο 1989 στα 22,4 δις. ευρώ ή 69,9% του ΑΕΠ. Δηλαδή, προικοδότησε το έως το 1980 ανύπαρκτο σχεδόν χρέος κατά 20 δις. ευρώ ή κατά 35,5 εκατοστιαίες μονάδες, δηλαδή το … δεκαπλασίασε σε απόλυτους αριθμούς και το διπλασίασε ως ποσοστό του ΑΕΠ. Κατά την τρίτη θητεία του ως πρωθυπουργού (1993-1996) το χρέος αυξήθηκε κατά άλλα 30 δις. ευρώ!
-Ο εκλογικός κύκλος του 1990: Ο εκλογικός κύκλος του 1990 απετέλεσε τη δεύτερη θρυαλλίδα αύξησης του «ήρεμου» έως το 1981 χρέους, το οποίο το 1981βρισκόταν στο 34,5% του ΑΕΠ ή στα 2,5 δις. ευρώ. Μετά το 1980, τα επίπεδα του χρέους συνεχώς αυξάνονταν κι έφθασαν το 1989 στα 22,4 δις. ευρώ ή στο 69,9% του ΑΕΠ και το κρίσιμο 1990 στα 31 δις. ευρώ ή 80,7 % του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 8,6 δις. ευρώ ή 10,8 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα.
-Ο εκλογικός κύκλος του 1993: Με την ανάληψη, από την πρώτη στιγμή της θητείας του Κων. Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού, όλων των «κρυφών χρεών» (τα γνωστά «βεσεσέδια») του ΠΑΣΟΚ και των δύο βραχύβιων κυβερνήσεων Τζαννετάκη και Ζολώτα, το χρέος το κρίσιμο πάλι εκλογικό έτος λόγω Σαμαρά 1993 εκτοξεύθηκε στα 60,5 δις. ευρώ ή στο 111,6 % του ΑΕΠ, καταρρίπτοντας όλα τα προηγούμενα αρνητικά ρεκόρ!
-Οι εκλογικοί κύκλοι Σημίτη: Κατά την περίοδο της πρωθυπουργίας του Κώστα Σημίτη το ελληνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον ήταν προκλητικά ευνοϊκό για τη μείωση του χρέους. Δηλαδή, όλοι οι παράγοντες που συμβάλλουν στη σημαντική μεταβολή του χρέους ήταν ευνοϊκότατοι, όπως το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα, η υψηλή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, τα υψηλά σχετικά έσοδα από αποκρατικοποιήσεις και το σχετικά χαμηλό κόστος δανεισμού ιδιαίτερα μετά 2001. Και θα σταθώ περισσότερο στην περίοδο Σημίτη για τους λόγους που θα αναλύσω. Συγκεκριμένα:
- Το πρωτογενές πλεόνασμα κατά την περίοδο 1996 – 2003 είχε διαμορφωθεί το 1996 έως το 2002 σε υψηλά επίπεδα και κυμαινόταν μεταξύ 2,9% του ΑΕΠ και 7,2% του ΑΕΠ . Μόνο το 2003 το πρωτογενές πλεόνασμα συρρικνώθηκε στο 1,4% του ΑΕΠ.
- Σε υψηλά επίπεδα ανέρχονταν και οι ρυθμοί αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ κατά την ίδια περίοδο, αφού κυμαίνονταν μεταξύ 6,5% και 10,7%!
- Το κόστος δανεισμού από το 1996 άρχισε να συρρικνώνεται συνεχώς και από 10,% του ΑΕΠ μειώθηκε σταδιακά στο 5% το 2003.
- Τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις ανήλθαν την περίοδο 1096 – 2003 σε 15,4 δις. ευρώ.
Παρά τις προκλητικά αυτές ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες, ο κ. Σημίτης ως πρωθυπουργός αύξησε στο χρέος κατά 85,4 δις. κατά τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος ή κατά 93,2 δις. ευρώ κατά τις δικές μας εκτιμήσεις, οι οποίες στηρίζονται και στην αναθεώρηση στοιχείων της Eurostat to 2004 και για το χρέος, στο οποίο ενέταξε ποσά κυρίως για τις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς. Έτσι, από 85,6 δις. ευρώ το 1995 το χρέος διαμορφώθηκε σε 169 δις ευρώ το 2003 ή κατά 97,1%, δηλαδή σχεδόν το διπλασίασε! Με βάση τις εκτιμήσεις μας από τις μεταβολές του χρέους σε απόλυτους αριθμούς κατά την περίοδο 1996 – 2003, ο χρέος κατά την περίοδο αυτή αυξήθηκε κατά 93,2 δις. ευρώ ή κατά 108%, δηλαδή υπερδιπλασιάσθηκε.
Πέρα από τη δραματική αυτή εξέλιξη του δημόσιου χρέους σε απόλυτους αριθμούς κατά την πρωθυπουργία του κ. Σημίτη, μηδενική σχεδόν ήταν και η πρόοδος στη διαμόρφωση του ΑΕΠ ως ποσοστό του ΑΕΠ. Όπως προκύπτει από στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και από εκτιμήσεις μας (υπάρχουν σε όλα τα άρθρα μου και τα βιβλία μου) μετά την προσθήκη των αναθεωρημένων στοιχείων της Eurostat το 2004 για το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, ο κ. Σημίτης παρέλαβε το 1996 από την προηγούμενη κυβέρνησή του ΠΑΣΟΚ ή από τον εαυτόν του ένα χρέος που το 1995 ήταν 108,7% του ΑΕΠ το 1995 κατά την Τράπεζα της Ελλάδος ή 110,1% κατά άλλα επίσημα στοιχεία και το παρέδωσε στο 97,4% του ΑΕΠ κατά την Τράπεζα της Ελλάδος. Σύμφωνα όμως με δικές μας εκτιμήσεις που λαμβάνουν υπόψη τις αναθεωρήσεις της Eurostat για τα έτη 2000-2003, ο κ. Σημίτης διαμόρφωσε το δημόσιο χρέος στο 98,9 του ΑΕΠ.
Θα μού πείτε ότι το μείωσε σε ποσοστιαίες μονάδες. Κι όμως, είναι απογοητευτική η διαπίστωση ότι παρά την προκλητική ευνοϊκή συγκυρία, το χρέος υπερδιπλασιάσθηκε σε απόλυτους αριθμούς ή, ύστερα από μερικές σημαντικές αυξήσεις κυρίως το 2000, το 2001 και το 2002, διαμορφώθηκε στα ίδια περίπου επίπεδα με τα αντίστοιχα του 1995 ως ποσοστό του ΑΕΠ. Τα αίτια της κακοδαιμονίας αυτής αναζητούνται στη συμφορά της λειτουργίας και συντήρησης ζημιογόνων δημόσιων επιχειρήσεων, οι οποίες εξανέμιζαν κάθε σχεδόν χρόνο την ευνοϊκή συμβολή των πρωτογενών πλεονασμάτων, του υψηλού ονομαστικού ΑΕΠ, των υψηλών εσόδων από αποκρατικοποιήσεις και το χαμηλό σχετικά κόστος δανεισμού, όπως προκύπτει από στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος
Η Τράπεζα της Ελλάδος, σε όλες τις εκθέσεις της δημοσιεύει ανάλυση των μεταβολών του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ καθώς και τους παράγοντες που συμβάλουν στις μεταβολές αυτές. Από τα στοιχεία που δημοσιεύονται σε όλες τις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος προκύπτει ότι σε όλα τα έτη, με εξαίρεση του 2003, η συμβολή κυρίως της ανάληψη χρέους και άλλων δαπανών δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, η οποία εκφράζεται με τον όρο «προσαρμογή ελλείμματος – χρέους» ήταν πάντοτε θετική, δηλαδή ενίσχυε την αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ ή εξανέμιζε τη μειωτική συμβολή των άλλων παραγόντων που προαναφέρθηκαν. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι δαπάνες ή η ανάληψη υποχρεώσεων κυρίως δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών που, ενώ δεν επηρεάζουν το έλλειμμα, αυξάνουν το δημόσιο χρέος, καθώς και τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις, οι οποίες δεν επηρεάζουν το έλλειμμα αλλά μειώνουν (θα πρέπει να μειώνουν κανονικά) το χρέος, το ενίσχυσαν κατά την περίοδο αυτή σωρευτικά κατά …. 33,1 εκατ. μονάδες. Την ίδια περίοδο οι άλλοι παράγοντες (πρωτογενές πλεόνασμα, ονομαστικό ΑΕΠ και κόστος δανεισμού συρρίκνωναν το χρέος κατά 35,7 εκατ. μονάδες. Αυτό σημαίνει ότι, με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το δημόσιος χρέος του 2003 θα έπρεπε να είχε μειωθεί κατά 35,7 εκατ. μονάδες σε σχέση με το αντίστοιχο του 1995 ή να είχε διαμορφωθεί στο 61,7%, που είναι κοντά στο κριτήριο του Μάαστριχτ (60% του ΑΕΠ).
Επίσης, με βάση δικές μας εκτιμήσεις οι σωρευτικές δυσμενείς επιδράσεις των αναλήψεων χρεών, υποχρεώσεων και δαπανών κυρίως δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών κατά την ίδια περίοδο ανέρχονται σε 39 εκατ. μονάδες, που σημαίνει, χωρίς τα «βερεσέδια» αυτά, το δημόσιο χρέος του 2003 θα έπρεπε, αν λειτουργούσε σωστά η ελληνική οικονομία, να είχε διαμορφωθεί σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα ως ποσοστό του ΑΕΠ (60,9% του ΑΕΠ).
Σημειώνεται ότι κατά την περίοδο της πρωθυπουργίας του κ. Σημίτη αποδείχθηκαν συμφορά για την ελληνική οικονομία τα εκλογικά ή προεκλογικά έτη, όπως το 1996, το 2000 και το 2003. Μόνο κατά τα έτη αυτά το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 45 δις. ευρώ!
-Οι εκλογικοί κύκλοι Κώστα Καραμανλή: Συμφορά για την οικονομία και το χρέος καταδεικνύεται ότι ήταν και οι εκλογικοί κύκλοι 2007 και 2009, οι οποίοι προικοδότησαν το χρέος κατά 116 δις. ευρώ ή 31,1 εκατοστιαίες μονάδες! Οι κυριότεροι παράγοντες που συνέβαλαν στην εκρηκτική αυτή του χρέους αναζητούνται στις αναλήψεις χρεών δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, στην παντελή απουσία πρωτογενών πλεονασμάτων και στην ισχνή θετική ή μεγάλη αρνητική ονομαστική μεταβολή του ΑΕΠ (ύφεση). Αρκεί να αναφερθεί μόνο τούτο: ότι η ανυπαρξία πρωτογενούς πλεονάσματος αύξησε το χρέος κατά την περίοδο αυτή κατά 20 εκατοστιαίες μονάδες στις οποίες προστίθενται άλλες 11 από τα «βερεσέδια» των δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών.
-Ο εκλογικός κύκλους του 2012: Κατά την εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου από τον Γιώργο Παπανδρέου, το «μη βιώσιμο χρέος» των 299,8 δις. ευρώ ή 129,8% του ΑΕΠ του 2009 εκτινάχθηκε στα 35,7 δις. ευρώ ή 170,6 % του ΑΕΠ. Δηλαδή αυξήθηκε κατά 55 δις. ευρώ (ρεκόρ) ή κατά … 40 περίπου εκατοστιαίες μονάδες (ρεκόρ!).
-Ο εκλογικός κύκλος Σαμαρά: Αν ο κ. Σαμαράς δεν προχωρούσε το 2012 στην αγριότερη έως τότε επέμβαση στην ιδιωτική περιουσία, δηλαδή στο γνωστό «κούρεμα», θα ανταγωνιζόταν τον Γιώργο Παπανδρέου σε ρεκόρ αύξηση του χρέους σε δις. ευρώ (52 δις. ευρώ). Αλλά, όπως έχω επισημάνει πολλές φορές, και από το «κούρεμα» αυτό των 140 περίπου δις. ευρώ μόνο 51 δις. πήγαν σε μείωση του χρέους, το οποίο μάλιστα από το επόμενο έτος άρχισε ξανά να καλπάζει. Τα άλλα πήγαν … χαράμι…
-Οι εκλογικοί κύκλοι Αλέξη Τσίπρα: Το 2014 το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ βρισκόταν (μετά το «κούρεμα» κατά 51, δις. ευρώ ή 36 εκατοστιαίες μονάδες το 2012!) στα 319,6 δις. ευρώ ή στο 178,9% του ΑΕΠ. Το ταραχώδες εκλογικό έτος 2015 μειώθηκε στο 175,9% του ΑΕΠ, αλλά στη συνέχεια πήρε ξανά την ανιούσα για να διαμορφωθεί το 2018 στα 334,6 δις. ευρώ ή στο 181,1% του ΑΕΠ που είναι αρνητικό ρεκόρ όλων των εποχών.
Τώρα, τί θα προκύψει για το 2019, ο θεός ας βάλει το … χέρι του!
Πίνακας 1: Οι μεταβολές του χρέους κατά τα 13 εκλογικά έτη μετά το 1980
Εκλογικά έτη |
Χρέος (δις. ευρω) |
Χρέος (% ΑΕΠ) |
Μεταβολές (δις. ευρώ) |
Μεταβολές(εκατ. μονάδες) |
||
1980 1981 |
1,7 2,5 |
28,6 34,5 |
0,8 |
5,9 |
||
1984 1985 |
6,5 9,0 |
48,0 54,7 |
2,5 |
6,7 |
||
1988 1989 |
18,0 22,4 |
66,8 69,9 |
4,4 |
3,1 |
||
1989 1990 |
22,4 31,0 |
69,9 80,7 |
8,6 |
10,8 |
||
1992 1993 |
53,5 60,5 |
89,0 111,6 |
7,0 |
22,6 |
||
1995 1996 |
85,6 97,8 |
110,1 112,2 |
12,2 |
2,1 |
||
1999 2000 |
117,1 141,0 |
104,6 103,4 |
23,9 |
-1,2 |
||
2003 2004 |
167,8 183,2 |
97,4 98,9 |
15,4 |
1,5 |
||
2006 2007 |
224,9 239,5 |
107,8 107,5 |
14,6 |
-0,3 |
||
2008 2009 |
263,2 299,8 |
113,0 129,8 |
36,6 |
16,8 |
||
2011 2012 |
355,7 303,9 |
170,6 175,6 |
-51,8 |
5,0 |
||
2013 2014 |
319,2 319,6 |
177,4 178,9 |
0,4 |
1,5 |
||
2017 2018* |
317,4 334,6 |
176,1 181,1 |
17,2 |
5,0 |
||
Σύνολο |
334,6 |
181,1 |
195,4** |
80,5 |
*Επειδή οι εκλογές διενεργούνται στα μέσα περίπου του 2019 και, συνεπώς, είναι άγνωστη η εξέλιξη του χρέους το ίδιο έτος, για την οικονομία της έρευνας θεωρούμε το 2018 προεκλογικό έτος
**Χωρίς το «κούρεμα» των 51,8 δις. ευρώ (αυτό είναι το σωστό). Με το «κούρεμα» το ποσό διαμορφώνεται στα 143,6 δις. ευρώ