aixmi-news.gr
Ο μύθος του Ήταυρου

Ο μύθος του Ήταυρου

Διαβάστηκε 5403 φορές
03/02/2023 - 10:00

Του Νίκου Παπουτσόπουλου

Στη μνήμη της Σπυριδούλας Κ. Αλεξανδροπούλου, η οποία αφιέρωσε τις μνήμες της στη μεσολογγίτικη νέα γενιά, συμβολή στην απόκτηση αυτογνωσίας

Τον «Μύθο του Ηταυρου», ένα κείμενο σαν μύθο ή παραμύθι, ακόμη μια μαγευτική διήγηση, από τις πολλές της Αιτωλοακαρνανίας που γνώριζε και διέσωσε η Σπυριδούλα (Λούλα) Αλεξανδροπούλου, έκτακτη επιμελήτρια Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας, η οποία έφυγε από τη ζωή στις τελευταίες ημέρες του 2022, είχε εμπιστευθεί προ ετών στον επιμελητή των σελίδων πολιτισμού. Έναν μύθο ανάμεσα σε ιστορία και ποίηση και σε «διάφανα δειλινά να χάνονται στο βάθος του ορίζοντα, καθώς τα χτυπούν ανελέητα αδιάκριτες δυτικές ακτίνες», έως τη χιλιόχρωμη δύση, τη δύση που με τα ανυπέρβλητα χρώματα του καταδύοντος χαρίζει ένα μοναδικό κλέος στην πολιτεία της Λιμνοθάλασσας. Αυτήν την ομηρική «περικαλλέα» λίμνη, που λάτρεψαν θεοί και ήρωες και ποιητές, και της αφιέρωσαν μύθους και ιστορίες, τις οποίες με πάθος και υπομονή κατέγραψε και εξύφανε στις σελίδες της υποδειγματικά η Λούλα Αλεξανδροπούλου, καθώς αναδείκνυε μέσα από μιαν ανεπανάληπτη αρχαία ιστορία, ιστορία δόξας και κλέους, που συνοδεύει την Ελλάδα από τους μυθικούς χρόνους ως την απελευθέρωσή της από τον οθωμανικό ζυγό. Οι μελέτες της (από το ταξίδι του Τηλέμαχου στην Πύλο, στον Ελαο και τον Βάλτο, και από τα παλιά λιμάνια της Λιμνοθάλασσας στην Παναξιώτισσα και την Πρεβέντζα και τα γεφύρια του Αλάμπεη) «σχετίζονται με την γεννέθλια γη το Μεσολόγγι», όπως έγραφε (Αιτωλοακαρνανικά Μελετήματα, Αθήνα 2000), «και την μείζονα περιοχή του. Αλλα είναι απότοκος στενής επαφής με χώρους που γνώρισα υπηρετώντας ή πραγματοποιώντας συχνές επισκέψεις όπως στην Ορεινή Ναυπακτία και στη Δωρίδα».

Ο Μύθος του Ηταυρου ή μια ιστορία, ένας μύθος που έκρυψε η Λιμνοθάλασσα στ' αρμυρίκια και τους καλαμιώνες και τις ρήχες της, ανάμεσα σε σταλίκια και πριάρια και πελάδες, ανάμεσα σε μνήμες και αφηγήσεις ψαράδων.

Διάφανα δειλινά, καθώς τα κτυπούσαν οι δυτικές ακτίνες, και όπως ένα αλλόκοτο φως πλημμύριζε το στερέωμα από τη Βαράσοβα ως τη δύση και ως το Ιόνιο, πέρα από τις εκβολές του Αχελώου, «διακρίναμε από την βεράντα σαν μιαν άσπρη μακρυνή κουκκίδα στο βάθος του ορίζοντα».

Στο βάθος του ορίζοντα... σε μια ποίηση και νοσταλγία όμοια με εκείνην του Μπάιρον, που αψηφούσε κινδύνους κι αγνοούσε τις συστάσεις των γιατρών του, και ίππευε, πώς ίππευε (!), ως νέος Αλέξανδρος ή Μπότσαρης, ως την Φοινικιά κι ως τα σάλτσινα κι ως τον πολύτιμο θησαυρό μιας Λιμνοθάλασσας όπου ανάσαινε έναν αλλόκοτο αέρα θυσίας και ελευθερίας και αξιοπρέπειας.

Διάφανα δειλινά... ανάμεσα σε Βαράσοβα και Λιμνοθάλασσα, σάλτσινα κι αλατοπήγια, μυριόχρωμης Λιμνοθάλασσας που λικνίζει νωχελικά ανυπέρβλητα κάλλη και έρωτες και στίχους και μοιρολόγια και κρύβει τα πάθη και τις μνήμες, κι αγώνες και θυσίες...

Προς τα μυθικά δειλινά, προς τα εκεί «όπου είχαμε περιπλανηθεί πολλές φορές» στις «αστείρευτες πηγές γνώσεων» που «αποτελούν για εμάς τους αρχαιολόγους οι χειρόγραφες αναφορές που σώζονται στο αρχείο της Εφορείας ως πολύτιμος θησαυρός, οι προφορικές γνώσεις που μετέδιδε σε κάθε συνομιλία το πλούσιο φωτογραφικό αρχείο που διατηρούσε μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής» σύμφωνα με την αρχαιολόγο δρα Ολυμπία Βικάτου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδος. «Με μια τεράστια πολυδιάστατη δράση, με ένα πολυσήμαντο συγγραφικό έργο, η Σπυριδούλα Αλεξανδροπούλου υπηρέτησε άοκνα την ιδιαίτερη πατρίδα, το μαρτυρικό Μεσολόγγι που τόσο αγάπησε, και διαφύλαξε για τις επόμενες γενεές μια μεγάλη και πλούσια παρακαταθήκη. Με την προσήλωση και την αγάπη που τη χαρακτήριζαν για τα μνημεία και τον πολιτισμό κατάφερε να μεταλαμπαδεύσει σε πολλούς νέους και νέες αυτές τις αρετές που η ίδια ακατάπαυστα υπηρέτησε τόσο από τη θέση της λυκειάρχου όσο και από τη θέση της επιμελήτριας Αρχαιοτήτων. Σε περιόδους όπου δεν υπήρχαν τα σύγχρονα μεταφορικά μέσα και το προσωπικό της υπηρεσίας ήταν λιγοστό, με τον ζήλο και τη θέρμη που τη διακατείχαν, κατάφερε να ξεπεράσει τον χρόνο, τις δυσκολίες, τον κόπο, τα έξοδα, για να μπορέσει να ερευνήσει και να προφυλάξει αρχαιότητες σε όλη την Αιτωλοακαρνανία. Το χρέος μας μεγάλο σε μια σπουδαία γυναίκα του πολιτισμού και των γραμμάτων».

«Σε εμπεριστατωμένη μελέτη του εκλεκτού επιστήμονος (Ελ. Π. Αλεξάκη, Συμβολικός ανταγωνισμός μεταξύ Κοινοτήτων στη Ναυπακτία, Αθήνα, 2000) γίνεται λόγος για τον μυστηριώδη Ηταυρο ή Νήταυρο, ο μύθος του οποίου αναφέρεται για την Αιτωλοακαρνανία, στις περιοχές του κάμπου της Ναυπάκτου, των εκβολών του Μόρνου, του Αστακού και της λίμνης Τριχωνίδος, από τα νερά των οποίων ακουγόταν μια φωνή, κάτι σαν βρυχηθμός ή βογκητό, αποδιδόμενοι στον Ηταυρο ή Νήταυρο. Σε περιοχές όπως π.χ. στη Ναυπακτία η μυστηριώδης φωνή του Ηταυρου συνδέθηκε με το στοιχειό, τον Νήταυρο, που οδηγεί στην πίστη σε «ένα θεριό/στοιχειό που γίνεται αντιληπτό από το δυνατό μούγκρισμά του» (Αλεξάκης). Η άγνωστη πηγή προελεύσεως του δυνατού βρυχηθμού απετέλεσε αντικείμενο ερεύνης παλαιοτέρων επιστημόνων (π.χ. Πολίτης Ν. Γ., Νεοελληνική Μυθολογία, τομ. Α-Β, Αθήναι 1904, Παραδόσεις, τομ. Α-Β, εν Αθήναις) στις παραπάνω περιοχές.

Όμως υπάρχει και η περίπτωση της Λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου.

Από τα παιδικά μου χρόνια έχει μείνει έντονη η ανάμνηση από μερικά καλοκαιρινά βράδια του σπιτιού μας το «ταρατσάκι», όπως αποκαλούσαμε τότε τη βεράντα μας. Όταν είχε φεγγάρι, το βραδινό τραπέζι στρωνόταν σ' αυτήν που ήταν επάνω από το νερό της Λιμνοθάλασσας, καθώς το οικόπεδο του σπιτιού κατελάμβανε ένα μικρό νησάκι, συνδεδεμένο με τον κεντρικό δρόμο, ο οποίος ξεκινούσε από την πλατεία της πόλεως.

Από τη βεράντα η θέα ήταν μαγευτική, μπροστά της απλωνόταν όλη η ανατολική Λιμνοθάλασσα μέχρι το βάθος του ορίζοντα, που τον έκλεινε η τρίκορφη Βαράσοβα,  δεσπόζοντας του ευηνοχωρίτικου κάμπου και των εκβολών του Ευήνου. Αυτή η περιοχή της ανατολικής Λιμνοθάλασσας ήταν ακατοίκητη και σε μεγάλο βάθος από τη γεμάτη καλαμιές ακτή της, μόνον «σάλτσινα» απλώνονταν με μοναδικό κτίσμα το ερημικό εκκλησάκι της Βαγγελίστρας. Τα διάφανα δειλινά καθώς το κτυπούσαν οι δυτικές ακτίνες, το διακρίναμε από τη βεράντα σαν μιαν άσπρη μακρινή κουκκίδα στο βάθος του ορίζοντα.

Προς τα εκεί είχαμε περιπλανηθεί πολλές φορές, όταν, παιδιά, με κλεμμένες βάρκες τριγυρίζαμε στις ρήχες της Λιμνοθάλασσας μαζεύοντας αχιβάδες (αφθονούσαν τότε) και ψάχνοντας για γλαροφωλιές στ' αρμυρίκια των ερημικών νησόπουλων. Στη Βαγγελίστρα δεν φθάσαμε ποτέ, η απόσταση ήταν μεγάλη και βαρύ το «σταλίκι» στα παιδικά μας χέρια για πολύωρη διαδρομή, αλλά και για άλλον έναν λόγο: εκεί ήταν ο Ηταυρος, που ακούγαμε πολλές φορές από τη φεγγαρόλουστη βεράντα μας μέσα στην απόλυτη ησυχία της καλοκαιρινής νύχτας.

Μεγαλώνοντας, συνηθίσαμε πλέον τον μακρινό παράξενο ήχο, χωρίς όμως και να έχουμε ξεδιαλύνει το μυστήριό του. Μας είπαν για θρόισμα καλαμιών (όμως πάντοτε στη νυχτιά επικρατούσε απόλυτη άπνοια), για βρυχώμενο ζώο, που όμως δεν το είχε δει κανείς. Και η κυρία Ευτυχία, γυναίκα του ψαρά μπαρμπα-Σπύρου, η γειτόνισσα της κοντινής πελάδας, μας διαβεβαίωνε ότι ήσαν οι ψυχές αυτών που «έφυγαν».

Αργότερα, σε συζήτηση για τον Ηταυρο, συνομιλητές μου δεν πίστεψαν στα λεγόμενά μου, υποστηρίζοντας πως επρόκειτο για μυθεύματα της λαϊκής φαντασίας. Όμως εμείς της ανατολικής «αμπολιάς», στου «Καλλιαντέρη», είχαμε ακούσει το μυστηριώδες βογκητό του Ηταυρου, γειτονοπούλα, παιδούλα τότε: «Ναι, τον ακούγαμε τα βράδια» αναθυμήθηκε σε συζήτηση για τον Ηταυρο (μαρτυρία Σοφίας Βουλιμιώτη, ετών 58, Μεσολόγγι, 2003).

Πάνε πολλά χρόνια που δεν ξανακούσαμε το βογκητό του Ηταυρου από τη Βαγγελίστρα, οι καλαμιώνες της οποίας εξαφανίστηκαν από τις αποξηράνσεις και τις επιχωματώσεις της ακτής της. Στο μεταξύ, μαθεύτηκε πως ο ήταυρος ήταν πουλί, ο «μυστηριώδης ερωδιός των καλαμιώνων... σπάνιο πουλί που ίσως να μη φωλιάζει πια στην Ελλάδα» (Φατσέα Ελένη, Παίζουμε το καλάμι; Ερευνητής «Καθημερινή», 7/6/2008).

Πού να βρει καταφύγιο το μικρό πουλάκι στην κατεστραμμένη από τις επεμβάσεις των Νεοελλήνων Λιμνοθάλασσα, την άλλοτε «περικαλλέαν λίμνην» του Ομήρου;

03/02/2023 - 10:24 Εκτύπωση