Ακόμα: πολύ εύκολο στη χρήση του, καθαρίζεις το όσπριο και δε βρίσκεις τίποτε να πετάξεις, αυτή τη δουλειά την κάνουν τα σύγχρονα μηχανήματα και μας βγάζουν από τον κόπο.
Αχ, αυτή η τεχνολογία, σας απελευθέρωσε εσάς τις γυναίκες, μας έλεγε κάποια στιγμή ένας φίλος σε μια συντροφιά. (Μ’ έναν υπαινιγμό επίκρισης στη φωνή του). Πατάτε ένα κουμπί στο πλυντήριο και πλένει. Κι εσείς πηγαίνετε για καφέ ή στο κομμωτήριο.
Η αλήθεια είναι πως μας απελευθέρωσε. Θυμάμαι κι ανατριχιάζω εκείνα τα πλυσίματα της νοικοκυράς στη σκάφη. Από το πρωί μπουνόρα -μπουνόρα μέχρι αργά το μεσημέρι (αναλόγως, βέβαια του υλικού). Ζεστό νερό και σαπούνι και τρίψιμο, τρίψιμο. Πρώτο χέρι - δεύτερο χέρι, ξέβγαλμα, στύψιμο και άπλωμα.
Και το σιδέρωμα, άλλο πάλι κι αυτό. Τα ηλεκτρικά σίδερα δεν είχαν έρθει ακόμα, το σιδέρωμα γινόταν με κάρβουνα, τα βάζανε μέσα στη βάση του σίδερου, τα άναβαν, περίμεναν να κάψει κι άρχιζαν το θεάρεστο έργο τους.
Μόνο που τα κάρβουνα δεν κρατούσαν πολύ, «χώνευαν», κι έπρεπε να ανανεωθούν και θέλαν τον χρόνο τους να πυρώσουν καλά, κι άντε φασαρία κι άντε χασομέρι. Ναι, η τεχνολογία μας απελευθέρωσε!
Και γυρίζω ξανά πίσω στο χθες, στη διατροφή μας των παιδικών μας χρόνων. Τα όσπρια στην κατσαρόλα συχνά-πυκνά. Να μαγειρέψεις φακή μαρτύριο, η σακούλα ήταν γεμάτη πέτρες και ξυλάκια και ό,τι άλλο μη φαγώσιμο. Επειδή τα άτομα στην οικογένεια ήταν πολλά κι έπρεπε να φάνε και το βράδυ, οι νοικοκυρές αγόραζαν μεγάλη ποσότητα, 5 οκάδες φακή θα λέγαμε. Μετά το καθάρισμα, απέμεινε η μισή. «Τελικά η φακή βγαίνει πολύ ακριβό φαγητό», έλεγε η γιαγιά μου, «τη μισή την πετάμε».
Σταδιακά, βρέθηκε λύση πολύ ευχάριστη. Τρεις, τέσσερις ή και πέντε γυναίκες της γειτονιάς, παίρνανε τη φακή που είχαν αγοράσει για κείνη την εβδομάδα και την άλλη, μαζευόντανε στην πλατωσιά κάτω από το μπαλκόνι μας και καθάριζαν και καθάριζαν και καθάριζαν. Φυσικά, όλα τα νέα Αιτωλικού και περιχώρων τα κατέβαζαν κάτω. Έτσι, μια μορφή κοινωνικής επιμόρφωσης.
Ήταν κάτι που το δικαιούνταν!
Μπορείτε να προμηθευτείτε την εφημερίδα στα περίπτερα του νομού