Στην Πρέβεζα αλλά και στην ενδοχώρα του Δήμου έως και την παραμονή των Χριστουγέννων ήταν νηστεία και το φαγητό ήταν λιτό .Κάθε σπίτι έφτιαχνε το Χριστόψωμο του την κουλούρα που κοβόταν το βράδυ της παραμονής από τον νοικοκύρη του σπιτιού αφού πρώτα το σταύρωνε τρεις φορές πάνω από ένα μπουκάλι με κρασί.
Το πρωί των Χριστουγέννων μετά την εκκλησία η μαμά του σπιτιού έφτιαχνε τηγανίτες για όλους και το μεσημεριανό τραπέζι περιλάμβανε τσιγαρίδες και χοιρινό.
Ο φόβος και ο τρόμος μικρών αλλά και μεγάλων ήταν οι καλικάντζαροι που ανέβαιναν στη γη παραμονή Χριστουγέννων και έφευγαν παραμονή των Φώτων.
Οι νοικοκυρές είχαν στην πόρτα λιβάνι για να κρατούν μακριά τα παγανά που προσπαθούσαν να μπουν από την καμινάδα, ενοχλούσαν τα ζώα και τιμωρούσαν όποιον περπατούσε νύχτα στο δρόμο χωρίς να έχει στην τσέπη του αλάτι και ψωμί.
Από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι και τα Φώτα οι μπουγάδες δεν έμεναν ποτέ έξω μετά τη δύση του ήλιου για να μη τις μαγαρίσουν τα παγανά ενώ οι γυναίκες απέφευγαν να πιάσουν βελόνα και κλωστή.
Ηταν κάποια Χριστούγεννα στην περιοχή του Λούρου που μια γυναίκα λέει έραψε στη ραπτομηχανή κι όλο το βράδυ άκουγε τη μηχανή να γαζώνει μονάχη της.
Κι άλλη μια φορά παραμονή Χριστουγέννων , βραδιά αυστηρής νηστείας που κάποιος θέλησε να τηγανίσει αυγά κι έγινε ένας μεγάλος θόρυβος και τα αυγά εξαφανίστηκαν από το τηγάνι!
Ιστορίες μιας άλλης εποχής ίσως αλαφροϊσκιωτων απλών ανθρώπων που δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να έχουν εξηγήσεις για τα πάντα.
Ετσι κι αλλιώς ήταν μόνο δώδεκα μέρες το χρόνο αφού παραμονή Θεοφανείων ερχόνταν ο παπάς “με την αγιαστούρα” του και ξόρκιζε το κακό και τάπαιρνε όλα μακριά.