×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 918
aixmi-news.gr

11/5/330 μ.Χ. και Κωνσταντινούπολη

 

Διαβάστηκε 5533 φορές
10/05/2016 - 15:40

Του Γ. Η. Ορφανού

330 μ.Χ., 11 Μαΐου. Η παρά τους διάφορους εσωτερικούς και εξωτερικούς κλυδωνισμούς αχανής -ακόμη- ρωμαϊκή αυτοκρατορία αποκτούσε επισήμως μία νέα πρωτεύουσα. Ο αυτοκράτορας Κων/νος (που μετά θάνατον θα αποκληθεί από τους Χριστιανούς Μέγας) θα εγκαταλείψει τη Ρώμη, που στις όχθες του ιταλικού Τίβερη κουβαλούσε ιστορική διαδρομή πολλών αιώνων, για χάρη της ...Νέας Ρώμης.

Της Νέας Ρώμης, που ο λαός από τα πρώτα χρόνια προτιμούσε να την αποκαλεί Κωνσταντινούπολη,για να τιμήσει τον ιδρυτή της. Η καινούρια πρωτεύουσα βρισκόταν στη θέση που ήταν το Βυζάντιο, η από το 657 π.Χ. αποικία των αρχαίων Μεγαρέων. Μ’ επικεφαλής -λέει η παράδοση- το Βύζαντα ναυτικοί από τα Μέγαρα έχτισαν το Βυζάντιο, σε μια καίρια γεωγραφική θέση: Βρισκόταν πάνω στο σημαντικότερο σταυροδρόμι των μεγαλύτερων εμπορικών δρόμων -θαλάσσιων και χερσαίων- όλων των εποχών, αλλά ταυτόχρονα είχε ένα μοναδικής ομορφιάς και αξίας φυσικό λιμάνι στον Κεράτιο Κόλπο.

 

Ρωμαϊκή παρακμή

Η αρχαία Ρώμη -όπως είναι γνωστό- ιδρύθηκε το 753 π.Χ. και έπειτα από αρκετούς αιώνες δημοκρατίας, το 27 π.Χ., λίγα χρόνια μετά την επικράτηση του Οκταβιανού επί του Αντωνίου στο Άκτιο, έγινε η έδρα της αχανούς αυτοκρατορίας, που ονομάστηκε ρωμαϊκή.

Τον 4ο αιώνα μ.Χ., παρά τις αλλεπάλληλες εμφύλιες συρράξεις, η ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατέχει όλη τη Νότια Ευρώπη (Ιβηρική χερσόνησο, Ιταλία, όλα τα τωρινά Βαλκανικά κράτη ως και Ρουμανία, με βόρειο σύνορο τα ποτάμια Ρήνο- Δούναβη ), τη Νότια Βρετανία, τη Βόρεια Αφρική, τη Μικρά Ασία και την Ανατολία έως το σημερινό Ιράκ, Μ. Ανατολή (Συρία, Παλαιστίνη, Λίβανο). Κυριαρχεί και στη Μεσόγειο, ελέγχοντας Γιβραλτάρ, Κρήτη, Κύπρο.

Παρ’ όλα αυτά, το κλίμα σ’ όλη την επικράτεια ήταν πολύ σάπιο και η παρακμή της Ρώμης -και με την ευρύτερη έννοια της αυτοκρατορίας και με τη στενότερη της πρωτεύουσας- ήταν κάτι παραπάνω από έκδηλη και πασιφανής ακόμη και στους απλούς πολίτες, μα -κυρίως- σ’ όσους διαχειρίζονταν τα κοινά.

Πρώτα -πρώτα, οι απανωτοί εμφύλιοι πόλεμοι είχαν προξενήσει τεράστιο οικονομικό πλήγμα και ταυτόχρονα καθιστούσαν τη χώρα ανήμπορη να αντιμετωπίσει εχθρικές επιδρομές. Ο στρατός εξάλλου ο ταχτικός των ρωμαϊκών λεγεώνων που είχε φέρει τόσες νίκες δεν υπήρχε πλέον. Είχε -ως επί το πλείστον - αντικατασταθεί από ξενόφερτους μισθοφόρους.

Έπειτα, η απόλυτη μοναρχία των χρόνων του Διοκλητιανού (284- 305 μ.Χ.), αλλά και η προγενέστερη περίοδος αναρχίας (“περίοδος των 30 τυράννων” 235-284 μ.Χ.) σηματοδότησαν η μεν δεύτερη την έλλειψη ικανών στελεχών να αναλάβουν τις τύχες του κράτους και η δε πρώτη τη δυσβάσταχτη σε βάρος του πολίτη μετατροπή του πολιτεύματος. Η ρωμαϊκή “respublica” των χρόνων του Κικέρωνα, των Γράκχων , αλλά και η “pax romana” του Οκταβιανού και των Αντωνίνων ήταν πια παρελθόν, μακρινό και ακριβοθώρητο.

Στην αχανή αυτοκρατορία, συχνές ήταν οι επιμειξίες μ’ οτιδήποτε συνέπειες ήταν δυνατόν να επιφέρουν στο ρωμαϊκό λαό, από τη διαφθορά των ηθών έως και τη δραματική μείωση, αλλοίωση και αλλοτρίωση του ρωμαϊκού λαού από τα πατροπαράδοτα έθιμα.

Εδώ ας τονιστεί πως σ’ αυτό το απέραντο κράτος των αρχών του 4ου αι. μ. Χ. η Ρώμη δεν μπορούσε πια να παίζει κεντρικό και καθοδηγητικό ρόλο. Ο λόγος είναι απλός. Βρισκόταν μακριά από τον Ευφράτη και το Δούναβη, όπου συχνότατα εφορμούσαν οι Πέρσες αφ’ ενός και τα γερμανικά φύλα αφ’ ετέρου αντίστοιχα. Παράλληλα, από την “περίοδο των 30 τυράννων”,κυρίως, και πέρα ανέβαιναν στο θρόνο άτομα που δεν είχαν καμία σχέση με τη Ρώμη, αλλά είχαν δεσμούς (κοινωνικούς, συναισθηματικούς, πολιτικούς, οικονομικούς) με την επαρχία απ’ όπου κατάγονταν.

Τέλος, η “ελέω Θεού βασιλεία” και ο χριστιανισμός, που ήταν το πιο διαδεδομένο ιδεολογικό κίνημα της εποχής, δεν συμβάδιζαν με τις δημοκρατικές και ειδωλολατρικές παραδόσεις της Ρώμης. Θα έβρισκαν, όμως, στηρίγματα στο ελληνικό και χριστιανικό στοιχεία της Ανατολής, που αποκτούσε μια νέα -απροσπέλαστη σττο πέρασμα των αιώνων- κοιτίδα, την Κων/πολη.

 

Πλεονεκτήματα Κων/πολης

Ενώ στη Δύση οι πόλεις η μία μετά την άλλη μαραζώνουν και σβήνει κάθε οικονομική και πολιτική δραστηριότητα, ο Κων/νος το Νοέμβρη του 324 μ.Χ. διείδε στο πανάρχαιο Βυζάντιο τη μελλοντική πρωτεύουσα της ρωμαϊκής κοσμοκρατορίας. Τον ίδιο μήνα άρχισαν να χτίζονται τα τείχη της νέας πόλης. Σε πεντέμισι , μόλις, χρόνια τα πάντα ήταν έτοιμα. Τα εγκαίνια της νέας πρωτεύουσας έγιναν με κάθε λαμπρότητα από τον ίδιο τον Κων/νο στις 11/5/330 μ.Χ..

Η “Βασιλίδα των Πόλεων”, η Νέα Ρώμη, για τις αριστοκρατικές οικογένειες Ιταλιωτών που μεταφέρθηκαν με τη θέλησή τους από τη Ρώμη, συγκέντρωνε αρκετά στρατηγικά και οικονομικά προτερήματα, και προς αυτή την κατεύθυνση όπως φαίνεται από τις πρώτες κινήσεις του Κων/νου “...η εφαρμοζόμενη πολιτική ήταν η δημιουργία ενός πιστού αντιγράφου από την παλιά πρωτεύουσα που ήταν στον Τίβερη...”[1].

Έτσι, καθώς η Κων/πολη είναι κοντά στα ευπρόσβλητα ανατολικά σύνορα, αλλά κι είναι ιδιαίτερα από τη φύση προικισμένη με το να υπάρχει από 3 πλευρές θάλασσα ( Προποντίδα, Κεράτιος, Βόσπορος), “...θεσπίσθηκε σύγκλητος, κτίστηκαν δημόσια κτίρια και όλος ο μηχανισμός της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας μεταφέρθηκε στο νέο διοικητικό του κέντρο...”[2].

Γρήγορα η Κων/πολη κατέλαβε όλα τα προνόμια που απελάμβανε μέχρι πρότινος η παλιά Ρώμη. Έτσι, “...ένα από τα κυριώτερα προνόμια που είχε η Ρώμη, το προνόμιο να παίρνει προνομιακά και μόνο αυτή τα δημητριακά από την Αίγυπτο προεκτάθηκε και στην Κων/πολη. Η κυβέρνηση χρησιμοποιώντας πότε χαριστικά και πότε καταπιεστικά μέτρα πέτυχε τη γρήγορη ανάπτυξη της πόλης. Έτσι στον 5ον αιώνα ο Έλληνας ιστορικός Ευνάπιος παραπονιόταν επειδή όλα τα φορτία του σταριού που προερχόταν από την Αίγυπτο, τη Μικρά Ασία και τη Συρία, μόλις ήταν αρκετά για τον επισιτισμό της καινούργιας πρωτεύουσας...”[3]

 

Χρονικό ορόσημο και σημασία

Η επιλογή και η μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Ρώμη στην Κων/πολη είχε μεγάλη σημασία, τόση που η 11η Μαΐου 330 μ.Χ. θεωρείται από πολλούς ως χρονική αφετηρία μιας νέας, μακραίωνης περιόδου της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που πήρε το όνομά της από την παλιά μεγαρική αποικία και ονομάστηκε “Βυζαντινή Ιστορία”.

Μολονότι οι κάτοικοι της Κων/πολης δέχτηκαν από τη Ρώμη τους διοικητικούς και πολιτικούς θεσμούς, τη στρατιωτική, μα και τη νομική οργάνωση και “...εξακολούθησαν να θεωρούν πως είναι Ρωμαίοι ακόμα και όταν η λατινική γλώσσα είχε πάψει από καιρό να μιλιέται στο Βόσπορο... ακόμα και το 12 αιώνα η αριστοκρατία καυχιόταν πως οι πρόγονοί της είχαν έρθει με τον Κων/νο” [4], κανείς δεν αρνιόταν τον άλλο αέρα που χάρισε στην -ως τη μέρα που ο Κων/νος αφιέρωσε την Κων/πολη στην Παναγία και την Αγ. Τριάδα (11/5/330)- παραπαίουσα αυτοκρατορία το Βυζάντιο.

 

Ιστορική διαδρομή

(330 μ.Χ. - 1204 μ.Χ. & 1261 - 1453 μ.Χ.)

Με απυρόβλητα ηθικά στηρίγματα τον Ελληνισμό και τον (ορθόδοξο, ανατολικό) Χριστιανισμό που ενισχύθηκαν με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Ανατολή, η αυτοκρατορία αποκτά νέους στόχους και χαράζει καινούρια ιστορική πορεία. Έθνος ανάδελφο, παλεύει στο πέρασμα των αιώνων με όσους ξένους επίδοξους κατακτητές (Ούνους, Αβαροσλάβους, Πέρσες, Άραβες, Ρώσους, Βούλγαρους, Τούρκους, γερμανικά φύλα κ.α.), αλλά και όσους αρχομανείς Βυζαντινούς θελήσουν να την κυριέψουν και να κάνουν δικιά τους την όσο περνά ο καιρός πανέμορφη μα και από ένα χρονικό σημείο και μετά ευάλωτη Βασιλεύουσα.

Έργα- στολίδια, όπως η Αγ. Σοφία επί Ιουστινιανού, το Ιερό Παλάτι, ο ναός των Βλαχερνών, οι διάφορες μικρομέγαλες εκκλησίες και τα απόρθητα τείχη, που διαρκώς ενισχύονται, αποτελούν ενδεικτικά της λαμπρής διαδρομής της Κων/πολης στο χρόνο στην κυριότητα της οποίας στήριζαν την αίγλη και τη δύναμή τους οι βυζαντινοί αυτοκράτορες έναντι των λαών και των ηγεμόνων της Ανατολής και της Δύσης.

“...Η πόλη (σ.σ. Κων/πολη) ήταν ο μαγνήτης που προσείλκυε το λαό από κάθε διαμέρισμα της χώρας. Προς αυτήν εβάδιζαν σαγηνευμένοι πρεσβευτές και βάρβαροι βασιλείς, συναλλασσόμενοι και έμποροι, τυχοδιώχτες και μισθοφόροι, έτοιμοι να υπηρετήσουν τον αυτοκράτορα για χρήματα, επίσκοποι και καλόγηροι, λόγιοι και θεολόγοι...Σ’ αυτήν την απαράμιλλη αγορά ερχόταν να ψωνίσει και το βυζαντινό κράτος με την αυθεντία του άφηνε τον τρόπο ζωής του στα εμπορεύματα, καθώς αυτά έφευγαν για η Ρωσία ή τη Δύση...”.[5]

Το πόσο στοίχισε στο Βυζαντινό κράτος η απώλεια της Κων/πολης μετά την άλωση της το 1204 από τους σταυροφόρους της 4ης σταυροφορίας είναι εύλογο αν αναλογιστούμε ότι η προσωρινή πρωτεύουσα , η Νίκαια (1204-1261) δεν διέθετε καν την προνομιακή θέση της Κων/πολης, ούτε σ’ ό,τι αφορά την άμυνα, ούτε καν για την οικονομική ανάπτυξη.

Πολύ περισσότερος έγινε και δικαιολογημένα άλλωστε ο θρήνος για την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους στις 29/5/1453. Οι Τούρκοι εποφθαλμιούσαν την Κων/πολη για τα πλεονεκτήματά της και πέτυχαν να την κυριέψουν το χρονικό διάστημα εκείνο, που οι Παλαιολόγοι -μετά την ανάκτησή της τον Ιούλιο του 1261- πάλευαν να αναστήσουν το σχεδόν πεθαμένο κράτος.

 

Η Κων/πολη μετά το 1453

Αυτοκράτορες όπως ο Ιουστινιανός (6ος αιώνας) , οι εκπρόσωποι της Μακεδονικής Δυναστείας (9ος -11ος αι.), οι Κομνηνοί (11ος-12ος αι.) άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια τους στην Κων/πολη. Η περίοδος που κυβέρνησαν συγκρίνεται μόνο με τα τελευταία χρόνια του Μ. Κων/νου και η ακμή των εποχών αυτών χάρισε δόξα και σ’ όλη την αυτοκρατορία. Τα μελανά σημεία, γιατί υπήρχαν και δολοπλοκίες και παρασκηνιακές καμαρίλες, δεν στάθηκαν ν’ αμαυρώσουν την πολυετή βυζαντινή ιστορία.

Το 1453 καταλαμβάνει ο Μωάμεθ ο 2ος ο πορθητής την Κων/πολη και την κάνει πρωτεύουσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έως το 1923 που ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ μεταφέρει την πρωτεύουσα στην Άγκυρα.

Ο Γεώργιος Η. Ορφανός είναι φιλόλογος


[1] “Βυζάντιο, Εισαγωγή στο Βυζαντινό Πολιτισμό” N.H Baynes- H.ST. L.B. Moss, σελ. 41.

[2] “Βυζάντιο, Εισαγωγή στο Βυζαντινό Πολιτισμό” N.H Baynes- H.ST. L.B. Moss, σελ. 41.

[3] “Ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας” Μ. Λεφτσένκο, σελ. 24.

[4] “Βυζαντινός Πολιτισμός” Στ. Ράνσιμαν , σελ. 32.

[5] “Βυζάντιο, Εισαγωγή στο Βυζαντινό Πολιτισμό” N.H Baynes- H.ST. L.B. Moss, σελ. 33.