Είναι βεβαιωμένο ιστορικά ότι στον Κάλαμο είχε καταφύγει ο ξακουστός αρματολός Λεπενιώτης, αδελφός του Κατσαντώνη, με διακόσιους οπλοφόρους, όταν οι Γάλλοι τον έδιωξαν από το Μεγανήσι, που το είχαν υπό την εξουσία τους. Οι Άγγλοι τότε του ζήτησαν να τους υπηρετήσει στρατιωτικά. Και ο Λεπενιώτης τους απάντησε:
«Επιθυμώ να δουλεύσω τους Άγγλους, αλλά δεν δίδω εις άλλον πίστιν, παρά εις τον Κολοκοτρώνην». Τότε ο γκενεράλης «του έδειξε το γράμμα και τον έστειλε στον Κάλαμο και του έδωκε ένα μπρίκι εις την εξουσίαν του». Αυτός του είπε ότι «ένα μπρίκι φαίνεται, αλλά θέλει μια βάρκα κανονιέρα δια να υπάγη εις τον Κάλαμον και εις τρεις ημέρας του είπε να του στείλη και ένα πλοίο πολεμικό δια κάθε ενδεχόμενο και εις τρεις ημέρας μετά το ιμπρίκι να κινήση ο στόλος με τα στρατεύματα∙ τούτο ήτο το σχέδιό των».
Έτσι στα 1810 βρέθηκε στον Κάλαμο και ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος αφηγείται στη «Διήγηση συμβάντων της Ελληνικής φυλής»: «Επήγα εις τον Κάλαμο, αντάμωσα τον Λεπενιώτη με όλους τους διακόσιους του Λεπενιώτη, επήρα τα καΐκια και εκάμαμε ντισβάρκο εις το Μεγανήσι και εδιώξαμε τους Φραντσέζους και εκάναμε στάσιν εκεί». Αφού έδιωξε τους Γάλλους από το Μεγανήσι, βγήκε κρυφά στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα), όπου με τη βοήθεια του Αγγλικού στόλου πολέμησε τους κατέχοντας τα Ιόνια νησιά Γάλλους και πέτυχε να υψώσει σ’ αυτά την Αγγλική σημαία.
Ο Κάλαμος, συνιστούσε το κέντρο ανεφοδιασμού των ιδρυθέντων στρατοπέδων στο Δραγαμέστο από τον Γ.Καραϊσκάκη το 1825 και τον Ρ. Τσωρτς το 1827, αλλά και του τελευταίου στον Μύτικα το 1828 και 1829. Τελείως ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι στον Κάλαμο έζησαν οι φαμίλιες του Καραϊσκάκη, η Δέσπω Τζαβέλλα η μάνα του Κίτσου, εκεί γεννήθηκε το 1827 ο Μεσολογγίτης Στρατηγός, Νίκος Μακρής, ενώ εκεί κατέφυγε από το Μεσολόγγι η οικογένεια του τραγικού ιερέως Ιωάννη Βάλβη. Επίσης, εκεί διασώθηκαν τέλη του 1824 γνωστοί Πελοποννήσιοι οπλαρχηγοί (Α. Λόντος, Α. Ζαΐμης και Νικηταράς ο Τουρκοφάγος), διωκόμενοι κατά τις εμφυλιοπολεμικές ταραχές.
Αλλά το έτος που παρατηρήθηκε μια ομαδικότερη έξοδος Δυτικοελλαδιτών προσφύγων στον Κάλαμο ήταν το 1821. Τότε αυτός χρησίμευσε ως καταφύγιο και άσυλο πάνω από 30.000 ψυχών, που από τα κοντινά παράλια της Δυτικής Στερεάς διαπεραιώθηκαν εκεί, για να αποφύγουν τους εξαγριωμένους Τούρκους, αν και εκφράζεται αμφιβολία πως ήταν αδύνατο ένα μικρό νησάκι, κατάφυτο από άγρια δέντρα, να διαθρέψη τόσες χιλιάδες γυναικόπαιδα. Και αρχικά μεν διώχτηκαν από τους Άγγλους από εκεί με τη βία των όπλων. Αυτή τη φυγή των Δυτικοελλαδιτών περιέγραψε με λίγα βέβαια, αλλά περιεκτικότατα και γεμάτα πάθος, θλίψη και οδύνη για τον κατατρεγμό τους, λόγια ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο αφιερωμένο στον ανδριάντα του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ ποίημά του:
«διωγμένα από τον Κάλαμο, με την ψυχή στο στόμα
χιλιάδες γυναικόπαιδα δεν βρίσκουν φούχτα χώμα
να μείνουν ακυνήγητα… Κι ο Χάρος δεκατίζει…»
Ύστερα όμως, είτε από φιλανθρωπία, είτε από άλλους πολιτικούς λόγους, επιτράπηκε από την κηδεμονευομένη από τους Άγγλους Ιονική Κυβέρνηση ελεύθερα η είσοδος σ’ αυτόν, όπου οι προσφυγόντες βρήκαν πραγματικά την ατομική τους ασφάλεια. Ο τόπος παρείχε αφθονία νερού και καυσόξυλων και επομένως ήταν κάπως ανεκτή η συντήρηση του πληθυσμού, που από διάφορα μέρη της Ελλάδος είχαν συρρεύσει διαδοχικά στον Κάλαμο.
Όμως, δεν άργησε να εκδηλωθεί μια απερίγραπτη δυστυχία, που συνόδεψε σ’ όλη την επαναστατική περίοδο τους πρόσφυγες εκείνους του Καλάμου. Δεν υπήρξε κακουχία που να μην ένοιωσαν το βάρος της και την οδύνη της. Οι περισσότεροι έγιναν θύματα της πείνας και η οικτρή αυτή περίσταση του λιμού ανακαλεί στη μνήμη τον γνωστό για την παιδεία του Μεσολογγίτη Ευστάθιο Παλαμά, που εγγράφως εξέθεσε το συμβάν αυτό και που για το τόλμημά του τούτο έγινε αιτία να διωχθεί από τον Κάλαμο. Πλην, η αφορμή εκείνη οδήγησε την Ιονική Κυβέρνηση στο φιλάνθρωπο μέτρο να διατάξει να δίνεται ως περίθαλψη στους περισσότερο φτωχούς από μια μερίδα αλεύρι σε κάθε άτομο. Ενώ όμως οι φτωχοί ήταν το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων, η κυβερνητική βοήθεια περιορίζονταν σε πολύ λίγους. Έτσι, όποιος τύχαινε να διαθέτει π.χ. ένα κλινοσκέπασμα, ένα σκεύος για χρήση του, αυτός κρίνονταν μη έχων ανάγκη περιθάλψεως.
Στη δυστυχία της πείνας των προσφύγων του Καλάμου, δεν άργησε να προστεθεί και η μάστιγα θανατηφόρων επιδημιών (χολέρα και τύφος), από τις οποίες πολλές δεκάδες την ημέρα πέθαιναν. Η Ιονική Κυβέρνηση έσπευσε και πάλι να έρθει σε βοήθεια της πάσχουσας προσφυγιάς, συστήνοντας στον Κάλαμο διάφορα νοσοκομεία, στα οποία πολλοί πρόσφυγες χρωστούσαν τη σωτηρία τους.
Παράλληλα προς τη συνδρομή, που λάβαιναν οι πρόσφυγες από την Ιονική Κυβέρνηση, έφταναν γι’ αυτούς και άλλες απ’ έξω ιδιωτικές βοήθειες και ιδίως από την Κέρκυρα, όπου οι γνωστοί για τους αγώνες υπέρ της ελληνικής υποθέσεως Κόμης Βιάρος Α. Καποδίστριας και Κ.Γεροστάθης, ξέροντας πόσο το νησί αυτό μπορούσε, ως εκ της θέσεώς του να συντελέσει υπέρ των Αιτωλοακαρνανικών ιδίως πραγμάτων, πολύ ενδιαφέρονταν για τον εφοδιασμό του Καλάμου.
Εδώ θα αναφέρουμε ένα ανέκδοτο ιστορικό έγγραφο, που μας απέφερε η αναδίφησή μας στα «Γενικά Αρχεία του Κράτους». Ξερομερίτες πρόσφυγες στον Κάλαμο εκθέτουν με αναφορά τους προς τη Διοίκηση την κατάσταση του τόπου τους κατά το πέμπτο έτος του Ξεσηκωμού. Ιδού το περιεχόμενό του:
Γ.Α.Κ. Ιστορικά Αρχεία Γιάννη Βλαχογιάννη, φακ. 10
«Προς την Σεβαστήν Διοίκησιν
Άρχισεν ήδη το πέμπτον έτος της Επαναστάσεώς μας, το πέμπτον έτος των δυστυχιών μας, του φόνου, της σκλαβιάς, του πυρπολισμού και του παντελούς εξολοθρεμού μας. Η πατρίς μας άλλο δεν έμεινε ειμή εις σωρός λίθων και μια έρημος φρικώδης. Αγωνιζόμεθα κάθε έτος εν καιρώ χειμώνος να σπείρωμεν καλλιεργούντες την γην, όχι με βόας, αλλά με δικέλλας και με αυτούς τους όνυχάς μας, επ’ ελπίδι να σώσωμεν τα τέκνα και τας γυναίκας μας, και πάντοτε απατώμεθα, επειδή ο εχθρός με την έφοδόν του εις τα ένδον της δυστυχούς πατρίδος μας, κοντά όπου αφανίζει εξ ολοκλήρου όλα τα σπαρτά, μας επιφέρει και νέους φόνους, νέας σκλαβιάς και άλλα πολλά. Μ’ όλα ταύτα τα δυστυχήματα όμως ούτε ο ζήλος, ούτε ο πατριωτισμός, ούτε η κατά του εχθρού εκδίκησης ηλαττώθη ποσώς εις τας ψυχάς μας, αλλά μάλιστα επαυξήθη. Πώς όμως να εκδικηθώμεν και πώς να υπάρξωμεν, υστερούμενοι παντός πράγματος; Τούτο μας φέρει εις την τελευταίαν απελπισίαν.
Όσοι εξ ημών απεφύγαμεν τον σίδηρον και την σκλαβίαν του τυράννου κατά τας πενταετείς εισβολάς του, βλέπομεν τώρα τον θάνατον των φαμιλλιών μας και του εαυτού μας, όχι από το ξίφος του βαρβάρου ή από ασθένειαν, αλλ’ από τον πλέον σκληρόν και φρικτόν θάνατον, δηλαδή από την πείναν. Πως είναι δυνατόν λοιπόν η Σεβαστή ημών Διοίκησης, η φιλόστοργος μήτηρ των Ελλήνων, ν’ αφήση τα δυστυχή τέκνα της εις τοιούτον σκληρόν θάνατον; Βαβαί της βλασφημίας! Ημείς δεν θέλομεν ποτέ ελπίσει τοιάυτην εγκατάλειψιν! Αλλ’ εάν έως τώρα έγινεν, ίσως συνέβη από τας πολλάς και αναγκαιοτέρας ασχολίας της και όχι από αμέλειαν.
Προστρέχομεν λοιπόν εις τας αγκάλας της και εις το έλεός της και είμεθα ευέλπιδες ότι θέλει μας προφθάσει, όσον τάχος, δια να εύρη και εις το εξής ευπειθεστάτους εις τας προσταγάς της, εκτελούντας τα χρέη της πατρίδος».
«Τη 20 Απριλίου 1825»
Εν Καλάμω Οι πατριώται Ξηρομέρου
Παπα Δημ. Καλιγύθιος
Παπα Νικ. Τζόλος
Σπύρος Κατούνας
Πάνος Κουρλοκίτζος
Νικήτας Ζανίτης
Σταμάτης Κορίκας
Και οι επίλοιποι Ξηρομερίται
Και Βονιτζάνοι.
«Ίσον απαράλλακτον τω πρωτοτύπω
Ο Γενικός Πρωτοκολλιστής
(Τ.Σ.) Ν. Ιωαννίδης.
(Επί του Νώτου):
Αναφορά των Ξηρομεριτών από Κάλαμον περί εξοικονομήσεως ζωοτροφών.
Ανεγνώσθη τη 5 Ιουνίου 1825 και στέλλεται προς το Σεβαστόν Εκτελεστικόν δια να φροντίση την εξοικονόμησιν αυτών των οικογενειών με την αποστολήν ικανής ποσότητος κριθαριού. Και δια να μην ακολουθήση κατάχρησις, να διορισθή μια επιτροπή από τους εκεί δια να διανείμη αυτό το κριθάρι εις τας πενομένας τω όντι, οικογενείας. Και μετά το φθάσιμον αυτού του κριθαρίου εκεί, να διαταχθώσιν οι ένοπλοι, οι οποίοι, ως λέγουν, αναβαίνουν τους χιλίους, να εκβούν εις την Στερεάν Ελλάδα. Και οι βουλευταί κύριοι Γ. Μαυρομμάτης και Αθανάσιος Λοιδωρίκης να συσκεφθώσι μετά του Σεβαστού Εκτελεστικού περί της αποστολής και της ποσότητος και λοιπών.
Ο Α΄ Γραμματεύς του Βουλευτικού
Ι. Σκανδαλίδης.
Ίσον τω πρωτοτύπω
Ο Γενικός Πρωτοκολλιστής
(Τ.Σ.) Ν. Ιωαννίδης».
Τέλος, όταν το Μεσολόγγι διέτρεχε επικείμενο κίνδυνο από έλλειψη τροφών και οι Δημήτριος Μακρής και Αθανάσιος Ραζη-Κότσικας πήγαν αρχές Δεκεμβρίου 1825 επίτηδες στον Κάλαμο για να ζητήσουν τροφές, εφοδιάστηκαν με άλευρα και διάφορα τρόφιμα τα οποία φορτώθηκαν σε πλοία και τους συνόδεψαν κατά τον γυρισμό τους στο Μεσολόγγι, κι ας ήταν απαγορευμένη από την τοπική Διοίκηση η εξαγωγή τροφών από τον Κάλαμο.
Και ακόμη, εκεί σταμάτησε τον Ιανουάριο του 1828, κατευθυνόμενος στο Ναύπλιο, για να αναλάβει τα καθήκοντά του, ο πρώτος Κυβερνήτης μας Ιωάννης Καποδίστριας, επιβαίνοντας της Ρωσικής Ναυαρχίδας «Αζώφ». Όπως και τον Ιούλιο, επισκέφθηκε για δεύτερη φορά τον Κάλαμο, για να εμψυχώσει τους πρόσφυγες, μοιράζοντάς τους διάφορα είδη (τρόφιμα και είδη ενδύσεως) και παραδίδοντας στον Άγγλο Διοικητή του νησιού 25.000 γρόσσια, για τις ανάγκες τους. Μάλιστα, η χειρονομία αυτή ίσως αποδείχτηκε μοιραία για τους άτυχους πρόσφυγες. Και τούτο, γιατί οι Άγγλοι – κατόπιν εορτής – προφανώς εθίγησαν, επέστρεψαν τα χρήματα με ιταμό συνοδευτικό γράμμα και το Φθινόπωρο του 1828 άδειασαν το νησί και μετέφεραν τους ενοίκους στην περιφέρεια της Πάτρας.
Κλείνοντας θα σημειώσουμε ότι για την τεράστια προσφορά του Καλάμου, ο Δήμος Μεσολογγίου τον τίμησε το 1960 με το Χρυσό Μετάλλιο της Ιεράς Πόλεως.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
α. Ζώη Μαράτου, Ο Κάλαμος, εφημ. «Αιών», Αθήναι 22 Νοεμβρίου 1842.
β. Κ. Μπόνη, Πανηγυρικός επί τη 91η επετείω της ενώσεως της Επτανήσου. Έκδοσις των απανταχού Ιθακησίων. 1956, σ.σ. 17-18.
γ. Η νήσος Κάλαμος, περιοδ. «Ημερολόγιον Ιθάκης», Γ΄ 1930, σ.σ. 176-183.
δ. Επαμ. Μπαμπούρη, Επτανησιακαί νησίδες Κάλαμος και Καστός, περιοδ. «Ναυτική Ελλάς», Έτος 35, τχ. 368, Ιούνιος 1964, σ.σ. 15-16, 42.
ε. Αποστ. Γερ. Σπυροπούλου, Μικροτάξιδα και Γνωριμίες, Αθήνα 1972, σ.σ. 71-82. Καταχωρήθηκε στο Περιοδικό: «ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ» Αθηνών, τεύχος: 55. Οκτωβρίου 1955. Σελίδες: 16 έως 21.
στ. Εφημερίδα: «Η ΒΡΑΔΥΝΗ» Αθηνών στις 13 Νοεμβρίου του 1973. Το Ιόνιο νησί Κάλαμος – Ένας ενεργητικός γείτονας της Δυτικής Ελλάδος, του Κ.Σ.Κώνστα.
ζ. Χρ. Ευαγγελάτου: «Ιστορία του Μεσολογγίου». Αθήναι, 1959.
η. Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ).
θ.Κ. Παπαρρηγόπουλου: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους». Αθήναι 1932.
ι. Εμμ. Πρωτοψάλτη: «Αλληλογραφία φρουράς Μεσολογγίου». Αθήναι, 1964.
ια. Νικ. Κασομούλη: «Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων». Αθήναι, 1939.
ιβ. Νικ. Κολόμβα: «Μεσολόγγι, η τραγική μοίρα των αμάχων κατά την τελευταία πολιορκία (15 Απριλίου 1825 – 10 Απριλίου 1826)». Αθήνα, 2006.
ιγ. Σπυρομίλιου: «Το Μεσολόγγι (1825-1826)». Αθήναι, 1969.