Ένας θρύλος λέει πως εκείνη την τελευταία στιγμή, όταν είδε ότι τα πάντα έχουν χαθεί, γύρισε και είπε στους συντρόφους του:
- Δεν βρίσκεται ένας χριστιανός ορθόδοξος να μου πάρει το κεφάλι, να μην πεθάνω από το σπαθί κάποιου Τούρκου;
Άλλος ένας μύθος πάλι λέει πως την ώρα που ο αυτοκράτορας ξεψυχούσε παρενέβη η θεία δύναμη και τον μεταμόρφωσε σε μαρμάρινη κολόνα. Εκεί, περιμένει καρτερικά για χρόνια και αιώνες να έρθει το πλήρωμα του χρόνου, να τεθεί επικεφαλής του Ελληνικού Στρατού και να ελευθερώσει την Πόλη, τα νησιά και τα από αιώνες πανάρχαια ελληνικά εδάφη της Μικρασίας.
Άλλωστε, ποτέ ο Ελληνισμός δεν δέχτηκε σαν κάτι τελεσίδικο την απώλεια της Κωνσταντινούπολης. Από την πρώτη στιγμή έπλασε μύθους παρηγορητικούς:
«Σώπασε, κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις:
Πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θά ‘ναι!»
Κι όταν με την επανάσταση του 21, και με την παρέμβαση των ξένων δυνάμεων, δημιουργήθηκε ένα μικρό κι ανίσχυρο ελληνικό κράτος, οι Έλληνες δεν το έβαλαν κάτω:
«Αυτό που δημιουργήθηκε είναι κάτι το προσωρινό: Ο αληθινός μας στόχος είναι η Κωνσταντινούπολη, τα νησιά ΟΛΑ και η Μικρασία!»
Έτσι δημιουργήθηκε ο μεγάλος παραλογισμός, η ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ, που για χρόνια και αιώνες βαυκαλίζονταν μ’ αυτή μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, μορφωμένοι και αμόρφωτοι.
- Θα πάρουμε την Πόλη και όλα τα νησιά!.
Όμως, δίπλα σ’ αυτή τη βαρύγδουπη διακήρυξη απουσιάζει μια λεξούλα με τρία γράμματα, λεξούλα μικρή, αλλά καθοριστική:
- Π Ω Σ ;
Είμαστε χωρίς στρατό αξιόμαχο, χωρίς λεφτά (χρωστούσαμε κιόλας) και χωρίς συμμάχους.
- ΠΩΣ ;
- Με το μαρμαρωμένο, το μέγα βασιλιά !
Τα υπόλοιπα είναι δικό μας φταίξιμο. Πλήρης απουσία της Λογικής. Και της συλλογικής ευθύνης.
Στα δικά μου μαθητικά χρόνια, τα χρόνια του Δημοτικού, συνηθίζαμε, μετά την πρωινή προσευχή, που την έλεγε πάντα κάποιος μαθητής ή μαθήτρια), να τραγουδάμε όλοι μαζί ένα θρησκευτικό τραγούδι, συνήθως το «Συ που κόσμους κυβερνάς», ύμνος ωραιότατος, που και τώρα ακόμα μου αρέσει πολύ.
Κάποια στιγμή, η μαμά μου μας είπε, σε όλους στο σπίτι, πως στα δικά της μαθητικά χρόνια, μετά την πρωινή προσευχή, τραγουδούσανε κι αυτοί όλοι μαζί, αλλά όχι θρησκευτικό τραγούδι, κάποιο πατριωτικό τραγούδι.
- Ποιο τραγούδι, μαμά;
- Με το μαρμαρωμένο, το μέγα βασιλιά!
- Ποιο;
- Αυτό που άκουσες.
- Και το τραγουδούσατε όλοι, μικροί-μεγάλοι;
- ΟΛΟΙ, μα ΟΛΟΙ. Και το πιστεύαμε, ΟΛΟΙ μα ΟΛΟΙ.
Άρχισε να το τραγουδάει. Η μαμά είχε μεγάλη αφηγηματική ικανότητα και πολύ καλή φωνή για τραγούδι. Το τραγουδούσε με ψυχή και με καρδιά, το πίστευε, το ζούσε. Κι εγώ, όσο ήμουνα μικρή, στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, το ζούσα μαζί της. Όσο όμως μεγάλωνα, κι άρχισε να πήζει το μυαλουδάκι μου, της έκανα κριτικές ερωτήσεις που την έφερναν σε δύσκολη θέση.
- Ξέρατε πού είναι η «κόκκινη μηλιά;» Πώς θα φθάνατε εκεί και πώς θα γυρίζατε πίσω; ΄Η ακόμα:
- Ο αρχιστράτηγος της εκστρατείας ήταν πεντακόσια χρόνια μαρμαρωμένος; Πέθανε και μετά ζωντάνεψε; Βρυκόλακας ήταν;
- Ντροπή σου να τα λες αυτά.
- Δεν υπάρχει ίχνος λογικής σ’αυτό το τραγούδι. Εγώ να ντρέπομαι;
ΔΕΝ το παραδεχότανε. Ένας ολόκληρος λαός ζούσε χρόνια και χρόνια με αυταπάτες. Και το πληρώσαμε σκληρά. Αυτό είναι χαρακτηριστικό ημών των Ελλήνων. Δεν παραδεχόμαστε τα λάθη μας και γι αυτό τα επαναλαμβάνουμε.
Άλλη μια γενεσιουργός αιτία είναι ότι δεν διδάσκουμε και, κατά συνέπεια δεν ξέρουμε, την Ιστορία μας σωστα. Στην προηγούμενη συνεργασία μας, «Όλβιος όστις Ιστορίης έσχεν μάθησιν», αναφερθήκαμε στα της επανάστασης του 1821 και στο πώς αυτή κατέληξε. Αυτές όμως τις ιστορικές αλήθειες δεν τις διδάσκουμε ούτε στα σχολεία, ούτε στις κοινωνικές επαφές. Με τις συνέπειες που έχουνε καταγραφεί.
Κι όσον αφορά στο αξιόμαχο του στρατού μας, εκείνης της εποχής, μιλάμε για τον πόλεμο του 1897 και την εκστρατεία του 1922, ας διαβάσουμε τί εγραψε ο Χαρίλαος Τρικούπης: «Δεν έχομεν στρατόν. Ο ελληνικός Στρατός της σήμερον είναι αγέλη.» Και ο Θεόδωρος Πάγκαλος: «Τα στελέχη του πεζικού, εκτός ολίγων, ήσαν τελείως αμαθή και ανίκανα.» Επί πλέον: δεν είχαν όλοι όπλα. Το κράτος δεν είχε όπλα να δώσει σε όλους.
Σ΄ αυτόν τον στρατό απευθυνόμενοι οι διαδηλωτές στην Αθήνα, λίγο παλιότερα, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος του 1897, φώναζαν και απαιτούσαν:
- Καλή Κωνσταντινούπολη!
Εκτός τόπου και χρόνου. Να γελάς και να κλαις!.
Κυρίαρχο σύνθημα στις διαδηλώσεις : Έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, άρα έχουμε το Θεό με το μέρος μας .Εδώ, θα πρέπει να αναφερθούμε στην περίφημη ρήση του Ναπολέοντα: « Ο Θεός είναι με το μέρος του καλύτερου στρατού.»
Και βέβαια, στον πόλεμο του 1897, όταν οι Τούρκοι μας πήραν «φαλάγγι» κι ο στρατηγός τους ο Ετέμ πασάς, τηλεγράφησε στο σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ το περίφημο « αύριο το πρωί πίνω καφέ στην Αθήνα», υπήρξαμε τυχεροί: παρενέβη υπέρ ημών ο τσάρος της Ρωσίας Νικόλαος ο Β’. Και δεν ήπιαν καφέ οι Τούρκοι στην Αθήνα.
Μήπως αυτό μας έκανε σοφότερους, πιο ρεαλιστές; Καθόλου. Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς έδινε κι έπαιρνε. Καμιά προσγείωση στην πραγματικότητα, βουτηγμένοι στην ονειροφαντασία,κανένας ρεαλισμος. Έτσι, οδηγηθήκαμε κατ΄ευθείαν στη μικρασιατική καταστροφή, που έβαλε τέλος και στις Μεγάλες Ιδέες και στις Μικρές.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ένα έθνος δεν πρέπει να έχει ιδανικά. Οπωσδήποτε όμως πρέπει να ξεχωρίζει το ευκταίο από το εφικτό και να μην υπερβάλλει τις δυνατότητές του.
ακολουθήστε το aixmi-news.gr στο Facebook για να μαθαίνετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις