Εκτύπωση αυτής της σελίδας
aixmi-news.gr logo

Το γενικό κοινωνικό συμφέρον ως ανώτατος σκοπός του Δικαίου (γ’ μέρος)

Γράφτηκε από aggeliki 22/11/2021 - 09:14
Διαβάστηκε 2132 φορές
22/11/2021 - 09:14

Ημερομηνία πρώτης δημοσίευσης: 18/11/2021

Του Χρήστου Παπαδημητρίου

Θωμάς ο Ακινάτης. Ο Θωμάς ο Ακινάτης (1226-1274), κορυφαίος θεολόγος και στοχαστής, που έχει ανακηρυχθεί άγιος από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, υιοθέτησε βασικά την ηθική και πολιτική φιλοσοφία του Αριστοτέλη, την οποία όμως τοποθέτησε σε νέες βάσεις εμπνευσμένες από τον Χριστιανισμό. Η διδασκαλία του Ακινάτη είχε και εξακολουθεί να έχει μια πολύ μεγάλη επίδραση σ’ ένα ευρύ κύκλο παλαιότερων και σύγχρονων στοχαστών.

Κατά τον Ακινάτη, η όλη ηθική και νομική τάξη αποτελείται από τρεις βαθμίδες κανόνων: τη Lex acterna (το αιώνιο θεϊκό δίκαιο), τη Lex naturalis (το φυσικό δίκαιο) και τη Lex humanat (το ανθρώπινο δίκαιο). Την πρώτη και υψηλότερη βαθμίδα κατέχει το αιώνιο θεϊκό δίκαιο (η Lex acterna) που υπερισχύει όλων των λοιπών δικαίων και διέπει όλο τον κόσμο, γιατί απορρέει από τη σοφία και τη θέληση του Θεού. Τη δεύτερη βαθμίδα κατέχει το φυσικό δίκαιο (η Lex naturalis), που απορρέει από τη λογική φύση και τις φυσικές κλίσεις του ανθρώπου και έχει υπέρτερη ισχύ από το ανθρώπινο δίκαιο. Τη δε τρίτη και κατώτερη βαθμίδα κατέχει το ανθρώπινο δίκαιο (η Lex humanat), που στηρίζεται στους κρατικούς νόμους και τα έθιμα.

Στα πλαίσια του συστήματος αυτού, ο Ακινάτης διέπλασε τη διδασκαλία του για το «γενικό καλό» (bonum commune).

Σύμφωνα με τη διδασκαλία αυτή σκοπός του ανθρώπινου δικαίου είναι το bonum commune, δηλαδή η πραγματοποίηση της κοινής ευτυχίας, όλων των ατόμων που ζουν σε μία χώρα.

Ο Ακινάτης αφού διαπιστώσει ότι κάθε άτομο και κάθε μικρή κοινωνική ομάδα (όπως η οικογένεια, το σωματείο, κλπ.) έχουν ως σκοπό την πραγματοποίηση ενός ιδιαίτερου ατομικού αγαθού (bonum Proprium), τονίζει ότι το κοινό αγαθό, το bonum commune της συνολικής κοινωνίας, δεν είναι απλώς το άθροισμα των ατομικών αγαθών, ούτε ένα ιδιαίτερο αγαθό της συνολικής κοινωνίας, αλλά αποτελεί μια αρμονική συναρμογή των ατομικών αγαθών, καθώς και των αγαθών που είναι κοινά σ’ όλα τα μέλη της κοινωνίας και μπορούν να αποκτηθούν μόνο μέσω της κοινωνίας. Συνεπώς κάθε άτομο που εξυπηρετεί το «κοινό αγαθό», εξυπηρετεί ταυτόχρονα και το ατομικό αγαθό, γιατί το πρώτο δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το δεύτερο, όπως η υγεία του ανθρώπινου σώματος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την υγεία των οργάνων του. Η κυρίαρχη, δηλαδή, σκέψη του, είναι ότι το κράτος δεν αποτελεί ένα αυτοτελή οργανισμό με ιδιαίτερους (ξεχωριστούς) σκοπούς, αλλ’ αποτελεί μια ενότητα τάξης, δηλαδή ένα όργανο για την πραγματοποίηση του «γενικού καλού», όργανο που τακτοποιεί τις επί μέρους επιδιώξεις των ατόμων ή των ομάδων, αποβλέποντας στην εξυπηρέτηση του «γενικού καλού».

Απ’ τις λοιπές ενδιαφέρουσες σκέψεις του Θωμά του Ακινάτη και των οπαδών του σημειώνω εδώ τις ακόλουθες τρεις: πρώτον, ότι η επιδίωξη του γενικού συμφέροντος (καλού) αποτελεί βάση και τα όρια μέσα στα οποία πρέπει σύμφωνα με τις αρχές του φυσικού δικαίου, να θεσπίζονται οι νόμοι του κράτους. Συνεπώς κάθε κρατικός νόμος που είναι αντίθετος προς το γενικό καλό, δεν γεννά υποχρέωση εφαρμογής του, γιατί δεν αποτελεί ένα πραγματικό νόμο, αλλά μια διαφθορά νόμου. Δεύτερον, ότι το περιεχόμενο του γενικού καλού δεν είναι απόλυτο και οριστικό, αλλά είναι σχετικό, δηλαδή προσδιορίζεται από τις ιστορικές, ψυχολογικές, γεωγραφικές κλπ. συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά σε μια χώρα. Τρίτον, ότι εκτός από το γενικό καλό μιας πολιτείας ή ενός έθνους υπάρχει ένα υψηλότερο γενικό καλό όλων των εθνών και όλης της ανθρωπότητας, όλου του ανθρώπινου γένους (bonus commune generis humani), συνταυτίζει δηλαδή το γενικό καλό της ανθρωπότητας με το θεϊκό δίκαιο (με τη Lex acterna) που κυβερνά όλο τον κόσμο.

Rudolf Jhering (1818-1982). Οι απόψεις του Jhering για την αποστολή του δικαίου χαρακτηρίζονται συνήθως ως «κοινωνικός ωφελισμός», δεν στηρίζει τις θέσεις του σε ψυχολογικά κριτήρια, όπως άλλοι συγγραφεύς και φιλόσοφοι, αλλά σε κοινωνιολογικά δεδομένα. Ο Jhering, που υπήρξε ένας επιφανής νομοδιδάσκαλος και μελετητής του ρωμαϊκού δικαίου, συνοψίζει την όλη θεωρία του στη φράση «ο σκοπός είναι ο δημιουργός του όλου δικαίου», που έθεσε ως έμβλημα (Motto) κάτω από τον τίτλο του έργου του «ο σκοπός εν τω δικαίω», το οποίο δίτομο έργο του, αναζήτησα με επίμονες προσπάθειες, ως φοιτητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, το βρήκα σε παλαιοπωλείο και πολλάκις το διαβάζω με ενθουσιασμό και βαθειά ικανοποίηση, γιατί η σαφήνεια που διακρίνει τις σκέψεις του, διαγωνίζεται με την φιλοσοφική επιχειρηματολογία και την οξύνοια στη λύση των προβλημάτων του δικαίου και της ηθικής που αναφέρεται.

Στο έργο αυτό ο γερμανός νομοδιδάσκαλος δεν ερευνά ποιος είναι από φιλοσοφικής απόψεως ο ορθός σκοπός του δικαίου, αλλά περιορίζεται να διαπιστώσει κοινωνιολογικά το σκοπό που επιδιώκουν κάθε φορά οι νομοθέτες και την επίδραση που ασκεί ο σκοπός αυτός (ως γενεσιουργό αίτιο) κατά τη θέσπιση της νομοθεσίας.

Πάντως τελικός σκοπός του όλου δικαίου είναι, κατά τον Jhering, η εξασφάλιση των «ζωτικών αναγκών» της κοινωνίας, δηλαδή «όλων εκείνων των αγαθών και των απολαύσεων που κατά την κρίση του υποκειμένου προσδίδουν στη ζωή πρωταρχικά την αληθινή της αξία».

Έτσι τα δικαιώματα που το δίκαιο αναγνωρίζει στα άτομα είναι «εννόμως προστατευόμενα συμφέροντα», το δε όλο δίκαιο αποβλέπει τελικά στο να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ συμφερόντων των ατόμων και των συμφερόντων της κοινωνίας και ο νομοθέτης έχει ένα ευρύ περιθώριο, για να εκλέξει ελεύθερα, στηριζόμενος σε υψηλότερες αξίες, τα προστατευτέα συμφέροντα, καθώς και τον κατάλληλο τρόπο της προστασίας τους π.χ. τα περιοριστικά μέτρα και μέσα προστασίας της δημόσιας υγείας που απειλείται εκάστοτε από πανδημίες. Οι σκέψεις του Jhering έχουν σπουδαία αξία και σήμερα παρ’ όλον τον εν τω μεταξύ διαρρεύσαντα χρόνο και μπορεί μάλιστα να ισχυρισθεί κάποιος, ότι στη σημερινή εποχή έχουν μεγαλύτερη αξία, γιατί πολλά των προβλημάτων, τα οποία ανακινούνται και στην εποχή μας, εξετάζονται και δίδονται απαντήσεις από τον Jhering κατά τρόπο προκαλούντα κατάπληξη, αλλά και βαθυτάτη ικανοποίηση.

Τελειώνω τη παρούσα μελέτη μου για «το κοινωνικό συμφέρον ως ανώτατος σκοπός του δικαίου» με τη σκέψη του Πλάτωνος ότι το συμφέρον του «γένους», δηλαδή της οικογένειας, δεν συγκρούεται, αλλά ταυτίζεται με το συμφέρον της πόλης – Κράτους, το οποίο είναι ανώτερο και πρέπει να υπερισχύει του ιδιωτικού συμφέροντος των μεμονωμένων ατόμων. «Εγωγ’ ουν νομοθέτης ων ουθ’ υμάς αυτών είναι τίθημι ούτε την ουσίαν ταύτην, σύμπαντος δε του γένους υμών του τε έμπροσθεν και του έπειτα εσομένου, και έτι μάλλον της πόλεως είναι το τε γένος παν και την ουσίαν. και ούτω τούτων εχόντων…, ότι δε τη πόλει τε άριστον πάση και γένει, προς παν τούτο βλέπων νομοθετήσω, το ενός εκάστου κατατιθείς, εν μοίραις ελάττοσι δικαίω» (Πλάτωνος Νόμοι ΙΑ’ 923 α-β).

Μπορείτε να προμηθευτείτε την εφημερίδα στα περίπτερα του νομού

22/11/2021 - 09:14 Εκτύπωση
TAGS
  • Χρήστος Παπαδημητρίου

Σχετικά Άρθρα

Περί θρησκευτικού φανατισμού
Περί θρησκευτικού φανατισμού
Η διάκριση μεταξύ δικαιώματος και έννομου συμφέροντος
Η διάκριση μεταξύ δικαιώματος και έννομου συμφέροντος
Η αυξημένη σημασία της κοινωνικής καταστάσεως (ή θέσεως) του προσώπου και του κοινωνικού του ρόλου
Η αυξημένη σημασία της κοινωνικής καταστάσεως (ή θέσεως) του προσώπου και του κοινωνικού του ρόλου